Βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο της ιστορίας μας. Ο χαρακτήρας μας μπορεί να μας οδηγήσει σε δύο πολύ διαφορετικά μονοπάτια, το ένα δύσκολο αλλά δημιουργικό, το άλλο εύκολο και εξόχως αυτοκαταστροφικό.
Ποια είναι η «εύκολη» λύση; Αυτή που ακολουθούν τις τελευταίες ημέρες σημαίνοντες πολιτικοί παράγοντες και εξαντλείται στις επιθέσεις στη... Γερμανία και στις υπόλοιπες σκοτεινές δυνάμεις, που απεργάζονται συνωμοσίες κατά της χώρας μας. Είναι προφανώς πιο εύκολο να αμολήσεις μια ναρκισσιστική εθνικιστική κορώνα και να απευθυνθείς στα συνωμοσιολογικά ένστικτα του Ελληνα, παρά να δεις κατάματα το πρόβλημα και να το λύσεις. Είναι ασφαλώς πολύ λογικό και θεμιτό για τους παρωχημένους πολιτικούς που εκπροσωπούν ένα χρεοκοπημένο κατεστημένο να καταφεύγουν σε αυτές τις λύσεις.
Αυτός ο δρόμος δεν οδηγεί πουθενά, μόνο στον γκρεμό. Ούτε η Μέρκελ θα τρομάξει μπροστά στην επιστολή Πετσάλνικου, ούτε η μετοχή της BMW θα καταρρεύσει επειδή κάποιοι άρχισαν να καλλιεργούν την ιδέα του μποϊκοτάζ των γερμανικών προϊόντων. Εχουμε ήδη υποστεί τεράστια ζημιά στην εικόνα μας διεθνώς και το μόνο που μας λείπει είναι να αρχίσουμε την παλιά καλή τακτική τού «σε βρίζω, αλλά φέρε και τα λεφτά». Επιτέλους, κανείς δεν αισθάνεται πλέον ότι μας χρωστάει, επειδή είμαστε ο περιούσιος λαός. Εξαργυρώσαμε τα γραμμάτια για τον Περικλή και τη διάδοση της δημοκρατίας, για το έπος του 1940 και τώρα είμαστε μια ακόμη χώρα που τα έχει κάνει θάλασσα και δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα.
Υπάρχει, λοιπόν, το μονοπάτι που οδηγεί στην εσωστρέφεια και σε ένα φανταστικό πόλεμο με σκοτεινές δυνάμεις που μας ζηλεύουν και μας κυνηγούν. Αν αυτή η νοοτροπία συνδυασθεί και με ακραίες συμπεριφορές διαμαρτυρίας στο εσωτερικό, είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι θα μας πάει πάρα πολύ πίσω. Ο άλλος δρόμος είναι να θυμώσουμε με τα όσα ακούμε και διαβάζουμε για τη χώρα μας και να πούμε μόνοι μας «ε, όχι ρε φίλε, δεν τα αξίζουμε όλα αυτά. Τα κάναμε θάλασσα, αλλά θα τα διορθώσουμε γιατί είμαστε μια δυνατή χώρα με πολλά πλεονεκτήματα και ένας λαός που ξέρει να τα θαλασσώνει, αλλά και να επιβιώνει στο τέλος». Αυτός ο θυμός μπορεί να βγάλει από το ελληνικό DNA φιλότιμο, εργατικότητα και ένα καινούργιο όραμα. Απαιτεί, όμως, να κοιταχθούμε στον καθρέφτη και να αναγνωρίσουμε τα δικά μας λάθη. Ναι, να τα ξεχωρίσουμε από τις κακοήθειες, τους λαϊκιστικούς ρατσισμούς κάποιων ξένων και τις υπερβολές, αλλά να τα δούμε.
Εχουμε πιάσει τον «πάτο». Η επιλογή είναι δική μας τώρα, αν θα βγάλουμε τον κακό τριτοκοσμικό μας εαυτό πιστεύοντας στον ρόλο του θύματος ή αν θα αρπάξουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας για να σταματήσουμε να είμαστε ο περίγελως διεθνώς.
ΓΙΑ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΠΟΥ ΦΑΓΩΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΛΑΜΟΓΙΑ ΔΕΝ ΛΕΣ ΤΙΠΟΤΑ
ΑπάντησηΔιαγραφή