Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Ντραγκέτα: Η «αόρατη» μαφία που κατέκτησε την Ευρώπη

Μια από τις πολλές μαφίες που δρουν στην Ευρωπη και όχι μονο.

Εγκληματικότητα των μαφιών ,ένας μεγάλος εχθρός που επηρεάζει σοβαρά εδώ και πολλά χρόνια την υγιή κοινωνία, κερδίζοντας εύκολα δεκάδες αιματοβαμμένα δισεκατομμύρια, παρα την μεγάλη δραστηριότητας τους σε πολύ μεγάλο φάσμα παρανομιών και εγκλήματος έχουν γινει πολύ λίγα πράγματα από τις κυβερνήσεις, αντίθετα έχουν αποκτήσει πολύ μεγάλη ισχύ και χρήμα και επηρεάζουν ακόμη και πολιτικούς και επιχειρήσεις.

Μιλούν ο Αντόνιο Νικάζο, από τους λίγους «ειδικούς» στις δραστηριότητες της Ντραγκέτα, ο οποίος αναφέρεται και στη σχέση της οργάνωσης με την Ελλάδα και ο Νικόλα Γκρατέρι, εισαγγελέας στην περιοχή Ρέτζιο Καλάμπρια, όπου γεννήθηκε η οργάνωση.

Σε συνέχεια των συλλήψεωνπου έγιναν στις αρχές Δεκεμβρίου 2018, όταν πραγματοποιήθηκε μια συντονισμένη επιχείρηση με τη συνεργασία των αστυνομικών δυνάμεων της Ολλανδίας, της Ιταλίας, της Γερμανίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου ενάντια στη γνωστή ιταλική εγκληματική οργάνωση «Ντραγκέτα, επανερχόμαστε με νέα στοιχεία για τα πλοκάμια της οργάνωσης και δηλώσεις δύο ειδικών, ένας από τους οποίους αναδεικνύει και τη σχέση που υπάρχει με τη χώρα μας.

Η Ντραγκέτα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα οργανωμένου εγκλήματος παγκοσμίως και ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου κοκαΐνης στην Ευρώπη. Αν μάλιστα ήταν επιχείρηση, αυτή τη στιγμή θα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη της Ιταλίας μετά τη Fiat (Exor), που το 2018 είχε τζίρο 143,43 δισ. ευρώ. Ιταλοί εισαγγελείς εκτιμούν ότι ο τζίρος από δραστηριότητες που σχετίζονται με την Ντραγκέτα είναι κοντά στα 100 δισ. ευρώ, τονίζοντας ωστόσο ότι ο πραγματικός αριθμός δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια.

Η επιχείρηση «Pollino», όπως ονομάστηκε, του Δεκεμβρίου, ήταν πρωτοφανής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα καθώς υποστηρίχτηκε από εκατοντάδες αστυνομικούς σε αρκετές χώρες, ενώ χρειάστηκε και η συνεργασία των Αρχών Δίωξης Ναρκωτικών, σε συνδυασμό με την (τον οργανισμό της ΕΕ για την καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκληματικότητας) και την EuropolEuropol.

Η υπόθεση ξεκίνησε όταν η οικονομική αστυνομία της Ολλανδίας απέστειλε αίτημα προς την Eurojust σχετικά με ενδεχόμενη δραστηριότητα επιχειρήσεων που αφορούσε το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Οι έρευνες επικεντρώνονταν σε ανθρώπους και μαγαζιά που συνεργάζονταν με ιταλικά εστιατόρια στις περιοχές Χορστ και Βένραϊ στην Ολλανδία, τα οποία είχαν διασυνδέσεις με την Ρηνανία-Βεστφαλία στη Γερμανία και με εγκληματικές δραστηριότητες στην περιοχή Ρέτζιο Καλάμπρια στη νότια Ιταλία.

Ο Αντόνιο Νικάζο, πανεπιστημιακός από την Ιταλία και από τους λίγους «ειδικούς» παγκοσμίως ως προς τις δραστηριότητες της Ντραγκέτα, μίλησε στο inside story για την επιχείρηση Pollino: «Είναι η πρώτη επιχείρηση που διεξήχθη από μια κοινή ομάδα έρευνας που συστάθηκε τον Οκτώβριο του 2016 στην Χάγη με την Eurojust και αποτελείται από δικαστικούς λειτουργούς και αστυνομικές αρχές από την Ιταλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Πρόκειται για μια έρευνα που ουσιαστικά επιβεβαιώνει τον ηγετικό ρόλο της Ντραγκέτα στο επικερδές εμπόριο κοκαΐνης, αλλά κυρίως στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος». Σύμφωνα με το OCCRP, οι δραστηριότητες του εγκληματικού δικτύου περιλάμβαναν επιχειρήσεις πολλών εκατομμυρίων, καθώς εισήγαγαν φορτία κοκαΐνης που έφταναν ακόμα και τα 200 κιλά από τη Βραζιλία, τη Γουιάνα και την Κολομβία προς το Ρότερνταμ και την Αμβέρσα.

Μεταξύ των συλληφθέντων στη Γερμανία ήταν και ένας «υπολοχαγός» της οργάνωσης, ο Ντομένικο Πέλε (της γνωστής οικογενείας Πέλε από το Σαν Λούκα της Καλάμπρια που παίζει σημαντικό ρόλο στην Ντραγκέτα), ο οποίος κατηγορήθηκε για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, εμπόριο ναρκωτικών και ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Η οικογένεια Πέλε είχε καταφέρει να χτίσει ένα δίκτυο (μία υπο-ομάδα της Ντραγκέτα) μαζί με μέλη δύο ακόμα συμμοριών –τους Ρόμεο και τους Τζιόρτζι– αλλά και κάποιων freelancers. Κάποιοι συνεργάτες των Πέλε (η οικογένεια Ιέτο) είχαν άκρες στη Λατινική Αμερική ώστε να βρίσκουν κοκαΐνη, οι Ρόμεο είχαν πρόσβαση στα λιμάνια της βόρειας Ευρώπης, ενώ οι Τζιόρτζι διακινούν κοκαΐνη στη Γερμανία και την Ολλανδία επί δεκαετίες και γνωρίζουν καλά πώς να μεταφέρουν ναρκωτικά αλλά και να ξεπλένουν χρήματα.


Το αποτέλεσμα ήταν ένα δίκτυο διακίνησης ναρκωτικών που εκτείνεται από τη Λατινική Αμερική μέχρι την Ευρώπη και εισήγαγε παρανόμως τουλάχιστον 1,7 τόνους κοκαΐνης στην Καλάμπρια της Ιταλίας και 800 κιλά στην Ολλανδία μέσα σε μόλις δύο χρόνια. Ο πραγματικός αριθμός βέβαια είναι πολύ πιο μεγάλος, δεδομένου ότι ο υπολογισμός αυτός βασίζεται στις αστυνομικές κατασχέσεις και τις υποκλοπές συνομιλιών.

Καταστήματα «βιτρίνες» σε Γερμανία, Ολλανδία

Ένα παγωτατζίδικο και μερικά εστιατόρια ήταν οι βιτρίνες της Ντραγκέτα στη Γερμανία, στην πόλη Μπρούγκεν κοντά στο Ντύσελντορφ, τα οποία αποτελούσαν βάσεις της οργάνωσης στη χώρα, ενώ ακόμα μία ανακαλύφθηκε από την αστυνομία στην μικρή πόλη Βέσελινγκ λίγο έξω από την Κολωνία. Το εστιατόριο «Leonardo da Vinci» στο Βέσελινγκ άνοιξε το 2013 και ήταν η εφοδιαστική βάση των συμμοριών, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα ως σημείο συνάντησης, αλλά και ως επιχείρηση για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Παρόμοια τακτική είχαν ακολουθήσει και με δύο εστιατόρια σε δύο ολλανδικά χωριά: το «Botticelli» στο χωριό Βένραϊ και το «La Vita» στο χωριό Χορστ.

Παράλληλα, υπήρχαν και freelancers όπως ο Τζιουζέπε Μαράντο, ένας broker που εισήγαγε κοκαΐνη από τη Γουινέα μέσω μιας επιχείρησης ξυλείας με το όνομα «Unique Timber». Τα φορτία ξύλου παραλάμβανε επισήμως μια γερμανική επιχείρηση, η Rigano Im- & Export GmbH, την οποία επίσης είχε ανοίξει ο Μαράντο. Η γερμανική αστυνομία μάλιστα ανακάλυψε ότι η Rigano παραλάμβανε και φορτία με κάρβουνο –που περιείχαν κοκαΐνη – από μια άλλη επιχείρηση, την Comercializadora Yotor SAS, η οποία έχει έδρα στο λιμάνι Μπαρανκίγια της Κολομβίας.

«Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού»

Πρόσφατες έρευνες έχουν αποτυπώσει την ικανότητα της Ντραγκέτα να επενδύει σε κατασκευαστικά έργα στην Ιταλία, το Βέλγιο, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Γερμανία. Σύμφωνα με μελέτη, μέσα στο 2017 η μαφία κατάφερε να ξεπλύνει 30 εκατομμύρια ευρώ αγοράζοντας ακίνητα στη Γερμανία. Εξαιτίας της εξάπλωσής της, η Ντραγκέτα είναι το τέλειο παράδειγμα ενός παγκοσμιοποιημένου εγκληματικού δικτύου, ενώ σύμφωνα με βιβλία γι’ αυτήν, τα μέλη της ήδη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εκμεταλλεύτηκαν τους μετανάστες της Καλάμπρια που κατευθύνονταν στη Γερμανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία, το Βέλγιο, την Κολομβία και τη Γαλλία, χρησιμοποιώντας οικογενειακούς δεσμούς για να δημιουργήσουν σχέσεις και να επεκτείνουν την επιρροή τους σε παγκόσμιο επίπεδο.

Γιατί όμως είναι η Ντραγκέτα τόσο επικίνδυνη; Η εισαγγελέας της Φλόριντα, Τζούλι Τίνγκγουολ, είχε πει κάποτε πως η οργάνωση είναι αόρατη, ακριβώς όπως η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Συνοπτικά, παρουσιάζουμε πέντε λόγους για τους οποίους η εγκληματική οργάνωση της κάτω Ιταλίας είναι η πιο ισχυρή μαφία παγκοσμίως:

1. Έκταση

Η Ντραγκέτα έχει παρουσία σε πέντε ηπείρους. Αποτελείται από 19 «ντρίνε» (οργανώσεις βάσης) στην Αυστραλία, 14 στην Κολομβία, 13 στη Γερμανία, 10 στον Καναδά και από απροσδιόριστο αριθμό στις Γαλλικές Αντίλλες, την Ταϊλάνδη και το Τόγκο. Την ίδια στιγμή, παρουσία έχει και στις χώρες ΗΠΑ, Περού, Χιλή, Βραζιλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Παραγουάη, Βενεζουέλα, Βολιβία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Ρωσία, Ισπανία, Σομαλία, Κένυα.

Σχετικά με ενδεχόμενες σχέσεις της Ντραγκέτα με την Ελλάδα, ο καθηγητής Α. Νικάζο μας εξηγεί: «Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η Ντραγκέτα έχει άκρες στην Ελλάδα. Στην επιχείρηση που περιλάμβανε τη συμμορία της οικογένειας Μαμολίτι, το πυρηνέλαιο που πουλούσαν ως έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και έστελναν στις Ηνωμένες Πολιτείες είχε αγοραστεί στην Ελλάδα, την Τουρκία και τη Συρία».

Η συγκεκριμένη επιχείρηση λεγόταν Provvidenza (πρόνοια), έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2017 και οδήγησε στη σύλληψη 33 ατόμων που συνδέονταν και με την οικογένεια Πιρομάλι (μία από τις πιο ισχυρές οικογένειες της Ντραγκέτα). Το διεθνές κύκλωμα περιλάμβανε την πώληση πυρηνελαίου ως έξτρα παρθένου ελαιολάδου στην αγορά των ΗΠΑ μέσω της αμερικανικής εταιρείας «Olive oil» και με τη συνεργασία της μαφίας στις πόλεις του Νιου Τζέρσεϊ, Ντιτρόιτ, Σικάγο και Βοστώνης. Η αγορά του λαδιού γινόταν στην Ελλάδα, την Τουρκία και τη Συρία και στη συνέχεια μεταφερόταν στην Καλάμπρια για να φτάσει στο Μιλάνο κι από εκεί στο εξωτερικό.

Ως προς τη γενικότερη δράση της μαφίας στην Ελλάδα, ο Α. Νικάζο σημειώνει ότι «πολύ πιο ισχυρή και παρούσα στην Ελλάδα είναι η μετα-σοβιετική γεωργιανή μαφία, η γνωστή “Vory V Zakone”, με την οποία η Ντραγκέτα διατηρεί καλές σχέσεις». Πρόσφατα στη χώρα μας το όνομα της οργάνωσης αυτής ήρθε στο προσκήνιο με τη σύλληψη του «Λίπους» ή αλλιώς του Λάσα Σουσανασβίλι, φερόμενου ως αρχηγού της στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με την Eurojust, η Ντραγκέτα είναι γνωστή για την προσπάθειά της να λειτουργεί μέσω νόμιμων επιχειρήσεων σε άλλες χώρες και να τις χρησιμοποιεί ως βιτρίνα για να επεκτείνεται στο εξωτερικό, να διακινεί ναρκωτικά, να ξεπλένει μαύρο χρήμα και να κερδίζει νέα εδάφη υπό τον έλεγχό της. Μάλιστα, προσπαθεί να διαχωρίζει τις δραστηριότητές της ανά χώρα, ώστε να εκμεταλλεύεται τις διαφορές στα εκάστοτε συστήματα δικαιοσύνης και να μην τραβάει την προσοχή ως διεθνές οργανωμένο δίκτυο, αλλά σε περίπτωση που γίνουν αντιληπτές οι πράξεις της να παρουσιάζονται ως μεμονωμένα εγκλήματα.

2. Κοκαΐνη

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Europol(2013) για τις δραστηριότητες της ιταλικής μαφίας, η Ντραγκέτα κατέχει την πρώτη θέση στο εμπόριο κοκαΐνης στην Ευρώπη. Σήμερα, εκτιμάται ότι ελέγχει περίπου το 80% της διακίνησης στην Ευρώπη, καταγράφοντας κέρδη περίπου 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, όλο και περισσότερες ομάδες του οργανωμένου εγκλήματος εμπλέκονται στη διακίνηση κοκαΐνης, καθιστώντας την την πιο «δημοφιλή» εγκληματική δραστηριότητα στην ΕΕ. Εξάλλου, η σημαντική αύξηση της παραγωγής στην Κολομβία είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της διακίνησης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Χαμηλό προφίλ

Όση αίγλη, δόξα και υστεροφημία προσφέρουν τα πρωτοσέλιδα, τα βιβλία αλλά και οι ταινίες του Χόλιγουντ για τους νονούς της Καμόρα και της Κόζα Νόστρα, άλλα τόσα προβλήματα φέρνει στη μαφία η ευρεία προβολή. Στην Ιταλία είναι πολύ γνωστές οι δολοφονίες των δικαστών Τζιοβάνι Φαλκόνε και Πάολο Μπορσελίνο από την Κόζα Νόστρα, αλλά και του 23χρονου δημοσιογράφου Τζανκάρλο Σιάνι από την Καμόρα. Και στις δύο περιπτώσεις, οι οργανώσεις αναγκάστηκαν να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους επειδή ήταν υπό συνεχή παρακολούθηση από τις Αρχές. Από την άλλη, η Ντραγκέτα έμαθε από νωρίς να διατηρεί χαμηλό προφίλ με αποτέλεσμα να ξέρουν ελάχιστοι ότι τη δεκαετία του 1970 είχε συνεισφέρει στην προσπάθεια πραξικοπήματος

Σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο Mafia Republic. Italy's Criminal Curse, του John Dickie

του ακροδεξιού Τζούνιο Βαλέριο Μποργκέζε, ο οποίος ήθελε να κατακτήσει τη Ρώμη με τανκς. Η Ντραγκέτα είχε προσφέρει 4.000 άνδρες.

4. Προσαρμοστικότητα

Ένα ακόμα στοιχείο, που σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές διαφοροποιεί την καλαβρέζικη μαφία από τις υπόλοιπες, είναι η σπάνια ικανότητά της να προσαρμόζεται. Όπως ανέφερε στο inside story ο Α. Νικάζο, «δεν αρκεί μία έρευνα για να ηττηθεί η Ντραγκέτα». Επισημαίνει πως η επιχείρηση Pollino «είναι σημαντική διότι ανέδειξε την ικανότητα της οργάνωσης να προσαρμόζεται, καθώς για την αγορά ναρκωτικών μπορεί να χρησιμοποιήσει ακόμα και bitcoins, όπως προκύπτει από μια συνομιλία που υπεκλάπη» και προσθέτει πως «η ισχύς της Ντραγκέτα έγκειται στην ικανότητά της να συνδυάζει το παλιό και το νέο, την παράδοση και την καινοτομία».

Η οργανωτική δομή της Ντραγκέτα θυμίζει περισσότερο πολυεθνική, καθώς εξαπλώνεται σε κάθε περιοχή που ελέγχει και προσομοιάζει σε ομόσπονδο κράτος (εν κράτει). Επίσης, οι Καλαβρέζοι έχουν αφήσει πίσω τους τα παραδοσιακά σχήματα που θέλουν τα μέλη της συμμορίας να είναι γεμάτα τατουάζ και να μπαινοβγαίνουν στις φυλακές, εστιάζοντας στην… εκπαίδευση. Η στροφή της Ντραγκέτα προς την «ποιότητα» επέτρεψε στην οργάνωση να αποκτήσει πολύ μεγαλύτερες προσβάσεις στη νόμιμη οικονομία και στην πολιτική ζωή. Όλο και περισσότεροι πτυχιούχοι, διευθυντικά στελέχη και «λευκά κολάρα» δρουν εντός του κράτους. Πρόκειται για ανθρώπους καλλιεργημένους, σωστά προετοιμασμένους και ακριβώς γι’ αυτό υπεράνω υποψίας.


5. Επιχειρηματικός και πολιτικός «εθελοντισμός»

Η εκτελεστική εξουσία και η οικονομία είναι δύο αποφασιστικοί παράγοντες για την ενίσχυση μιας εγκληματικής οργάνωσης. Σύμφωνα με πολλούς ιταλούς δικαστές, η δυνατότητα πρόσβασης σε «κλειστά δωμάτια» και τα πολλαπλά οφέλη της σύμπνοιας με τους ισχυρούς οδηγούν –ειδικά στη Βόρεια Ιταλία– σε «συμμαχίες». Μόνο που σε αυτές τις συμμαχίες έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι: πλέον δεν προσεγγίζει η μαφία τους πολιτικούς και τους επιχειρηματίες, αλλά το αντίστροφο. Πολλοί είναι οι επιχειρηματίες που ζητούν βοήθεια για να μην χρεοκοπήσουν, να αντιμετωπιστούν με επιείκεια από τις τράπεζες, να βρεθούν μπροστά από τον ανταγωνισμό ή να αποφύγουν να πληρώσουν φόρους. Οι πολιτικοί, από την άλλη, ακριβώς επειδή γνωρίζουν πόση δύναμη και επιρροή μπορούν να έχουν μέσω της μαφίας, βρίσκονται σε στενή επαφή με τις «ντρίνε», ώστε να αποκτούν την επιθυμητή «καρέκλα».

Ιταλική κυβέρνηση και μαφία

Στην Ιταλία αρκετά είναι τα δημοσιεύματα που συνδέουν τον ακροδεξιό υπουργό Εσωτερικών, Ματέο Σαλβίνι, και την Λέγκα του Βορρά με μέλη της Ντραγκέτα. Μπορεί ο Σαλβίνι να επαναλαμβάνει συχνά ότι «η μαφία είναι ένας καρκίνος», ωστόσο σύμφωνα με στοιχεία της Repubblica

I legami pericolosi tra il partito di Matteo Salvini e la 'ndrangheta | L'Espresso

, τα ποσοστά του πολιτικού στο Ροζάρνο, στην περιοχή της Ρέτζιο Καλάμπρια όπου και εκλέγεται, ήταν σε επίπεδα-ρεκόρ στις τελευταίες εκλογές και αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι η περιοχή εδώ και πολλά χρόνια βρίσκεται στα χέρια των συμμοριών Πέσε και Μπελόκο που ανήκουν στην Ντραγκέτα.

Από την πλευρά του ο εισαγγελέας του Καταντσάρο, Νικόλα Γκρατέρι, σχολιάζει στο inside story την αντιμετώπιση που έχει η μαφία από την κυβέρνηση Σαλβίνι-Ντι Μάιο: «Η νέα κυβέρνηση δεν έχει αναπτύξει ακόμη καμία στρατηγική για την καταπολέμηση της μαφίας. Ελπίζουμε όμως να το κάνει το συντομότερο δυνατό. Οι μαφίες αποτελούν σοβαρό πρόβλημα εδώ και τουλάχιστον 150 χρόνια. Η καταπολέμησή τους πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα στην ατζέντα κάθε κυβέρνησης. Δεν μπορείς να συνυπάρχεις με τη μαφία. Δυστυχώς όμως υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, επαγγελματίες, πολιτικοί, επιχειρηματίες που επέλεξαν να το κάνουν. Εγώ επέλεξα να την καταπολεμήσω. Και θα συνεχίσω να το κάνω».

Ποιος είναι ο Νικόλα Γκρατέρι

Ο Νικόλα Γκρατέρι είναι Εισαγγελέας στην περιοχή της Ρέτζιο Καλάμπρια, στην πόλη Καταντσάρο, όπου γεννήθηκε και η Ντραγκέτα. Είναι από τους πιο ενεργούς δικαστικούς λειτουργούς στη μάχη ενάντια στην ιταλική μαφία και γι’ αυτό το λόγο διαθέτει αστυνομική φύλαξη από το 1989. Γλίτωσε τυχαία από μία απόπειρα δολοφονίας εναντίον του και είναι από τους καλύτερους γνώστες των ιταλικών οργανώσεων Καμόρα και Ντραγκέτα. Μεταξύ άλλων έχει συντονίσει σημαντικές επιχειρήσεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος, ενώ το 2014 ο Ματέο Ρέντσι τον διόρισε πρόεδρο της επιτροπής της Βουλής κατά της μαφίας.

Η ιστορία της Ντραγκέτα

Η Ντραγκέτα «γεννήθηκε» κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Η ετυμολογία της λέξης ('Ndrangheta στα ιταλικά) προέρχεται από την ελληνική λέξη «ανδραγαθία» και σημαίνει την ιδιότητα του ανδρείου, του γενναίου, την παλικαριά. Η ελληνική προέλευση δεν ξενίζει τους αναλυτές εξαιτίας του αρχαιοελληνικού αποικισμού της νότιας Ιταλίας και Σικελίας τον 8ο αιώνα π.Χ.

Η διαφορά ανάμεσα στην καλαβρέζικη, την ναπολιτάνικη και σικελιάνικη μαφία, σύμφωνα με τον ιστορικό Έρικ Χομπσμπάουμ, έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ντραγκέτα δημιουργήθηκε τη σύγχρονη εποχή και βασίστηκε στο μοντέλο που είχαν και οι Καρμπονάροι

Καρμπονάροι

, χρησιμοποιώντας μάλιστα και τελετουργικά που είχαν οι μασόνοι. Το στοιχείο που διαφοροποιεί περαιτέρω τις οργανώσεις έγκειται στην προέλευση της Ντραγκέτα, η οποία σε αντίθεση με τις Καμόρα/Κόζα Νόστρα δεν αποτελούσε προϊόν της αστικής τάξης, αλλά μια οργάνωση λαϊκής αυτοάμυνας για τον καλαβρέζικο τρόπο ζωής. Η Ντραγκέτα αρχικά απαρτιζόταν από χωρικούς, παπάδες, αγρότες και φτωχοποιημένα στρώματα που επεδίωκαν να προστατευτούν από τη βία της φεουδαρχίας.

«Μια σέχτα που δεν φοβάται τίποτα»

Ήδη από το 1888 σε μια επιστολή αναφέρεται η Ντραγκέτα ως «μια σέχτα που δεν φοβάται τίποτα», κάτι που απέδειξε σχεδόν έναν αιώνα μετά όταν αποφάσισε να δολοφονήσει έναν νονό, ανοίγοντας έτσι έναν πόλεμο που θα διαρκούσε δύο χρόνια (1975-1977) και θα κόστιζε τη ζωή σε 300 ανθρώπους.

Όταν επικράτησε, ήταν μία οργάνωση νέων και φιλόδοξων ανθρώπων από την Καλάμπρια που στράφηκαν στις απαγωγές επιχειρηματιών της Βόρειας Ιταλίας για να βγάλουν γρήγορα και πολλά χρήματα. Στη συνέχεια έπρεπε να πολλαπλασιάσουν τα κέρδη τους, κάτι που έκαναν επενδύοντας στα ναρκωτικά. Αγόραζαν ηρωίνη από την Τουρκία, χασίς από το Μαρόκο και άλλα ναρκωτικά και όπλα από τον Λίβανο. Μάλιστα, την πρώτη ηρωίνη στη Ρώμη την έφερε τη δεκαετία του ’70 η συμμορία του Ντ' Αγκοστίνο ντι Σαντ' Ιλάριο (ανήκει στην Ντραγκέτα), η οποία είχε σχέση με τους Γκρίζους Λύκους της Τουρκίας και χρησιμοποιούσε ως οδό την τότε Γιουγκοσλαβία.


Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, υπήρξε μετατόπιση στην αγορά των ναρκωτικών, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του AIDS, με αποτέλεσμα την απότομη πτώση της ζήτησης ηρωίνης, η οποία συνοδεύτηκε από μία απότομη αύξηση της ζήτησης για κοκαΐνη. Παρότι αρχικά η Ντραγκέτα αγόραζε κοκαΐνη από την Κόζα Νόστρα, σύντομα άρχισαν να συνεργάζονται απευθείας με τους Κολομβιάνους. Ο δεύτερος πόλεμος της Ντραγκέτα έλαβε χώρα το 1985-1991 και οδήγησε στη δολοφονία 700 ανθρώπων.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου