Πολύ πριν καταφτάσουν οι ψυχίατροι στο κελί του 'Αντερς Μπρέιβικ (Anders Behring Breivik) η εθνική μας ψυχοσύνθεση είχε μπει στο μικροσκόπιο των αναλυτών του διεθνούς τύπου, που με ελάχιστες εξαιρέσεις συμπέραναν πως η αθωότητα της Νορβηγίας είχε χαθεί για πάντα. Η Ουτοπία δε θα συνερχόταν ποτέ από το τραύμα της επίθεσης της 22ας Ιουλίου.
Μια ανάλυση του τρόπου που κάλυψε το συμβάν ο ευρωπαϊκός κι ο αμερικανικός τύπος αποκαλύπτει πως η υπόθεση της «χαμένης αθωότητας» ήταν μακράν το πιο διαδεδομένο δημοσιογραφικό συμπέρασμα. Απεικονίζοντας αυτή την τάση, στις 24 Ιουλίου η γαλλική εφημερίδα «λε μοντ» βγήκε με πρωτοσέλιδο τίτλο «η Νορβηγία έχασε την αθωότητά της».
Όσο για τη βρετανική κυριακάτικη εφημερίδα «ομπσέρβερ» στην εισαγωγή του κύριου άρθρου της παρατηρούσε πως «οι Νορβηγοί έχουν συνηθίσει να θεωρούν πως ζουν στην υγιέστερη, πλουσιότερη και ειρηνικότερη χώρα του κόσμου. Οι επιθέσεις υποτίθεται πως είχαν καταστρέψει την παραδοσιακή φιλόξενη και εξισωτική διάθεση της χώρας.
Πολιτιστικοί διερμηνευτές
Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε πως αυτές οι εκτιμήσεις προέρχονταν από τη λαθεμένη ματιά των εξωτερικών παρατηρητών της Νορβηγίας. Στην πραγματικότητα αυτές οι ανταποκρίσεις δεν ήταν παρά αναμετάδοση του τρόπου που αντιμετώπιζαν τα γεγονότα οι ίδιοι οι Νορβηγοί -και η έκφραση «θεωρούν πως ζουν» ήταν ακριβέστερη από ό,τι πιθανά θα θεωρούσατε. Όλοι αυτοί οι ξένοι ανταποκριτές είχαν γράψει τα «κομμάτια» τους ακολουθώντας την ίδια μέθοδο: υιοθετώντας το πώς έβλεπαν τα γεγονότα οι ίδιοι οι Νορβηγοί. Το αποτέλεσμα ήταν οι αυταπάτες των Νορβηγών για τη χώρα τους να αναγορευτούν σε αυταπόδεικτα γεγονότα.
Όταν ένας δημοσιογράφος πάει να κάνει μια ανταπόκριση σε μια χώρα της οποίας τη γλώσσα δε γνωρίζει, συνήθως χρησιμοποιεί τις πολύτιμες υπηρεσίες εξειδικευμένων οδηγών, η επίδραση των οποίων στη διαμόρφωση της διεθνούς ειδησεογραφίας υποτιμάται σκανδαλωδώς. Αν και παραμένουν εν πολλοίς αόρατοι, αυτοί είναι που αποφασίζουν πώς θα αναλυθεί μια σύγκρουση, ποιες πηγές θα αξιοποιηθούν και τους όρους με τους οποίους θα καταγραφούν τα συμβάντα.
Όταν η Νορβηγία, μια χώρα που σπανίως απασχολεί τη διεθνή ειδησεογραφία, βρέθηκε στο επίκεντρο ενός μείζονος γεγονότος, ο διεθνής τύπος λειτούργησε ως εξής: μια σειρά από διεθνούς φήμης Νορβηγοί συγγραφείς, σαν τον Γιαν Κιέρσταντ (Jan Kjærstad), την Αν Χολτ (Anne Holt) και τονΓιόσταϊν Γκάαρντερ (Jostein Gaarder) επιστρατεύτηκαν ως «πολιτιστικοί διερμηνευτές» μέσω συνεντεύξεων, ενώ ζητήθηκε από τον Γιο Νέσμπο (Jo Nesbø) να συγγράψει ένα άρθρο που αναδημοσιεύτηκε από τις μεγαλύτερες εφημερίδες των πέντε ηπείρων. Από τις στήλες των «τάιμς της Νέας Υόρκης» και της «φόλια» της Βραζιλίας, της ισπανικής «ελ μούντο», της δανικής «τζίλαντς πόστεν» και του γερμανικού «Σπίγκελ», ο Νέσμπο εξήγησε πως η Νορβηγία πριν τις 22 Ιουλίου ήταν μια «μοναδική χώρα», με «πλατύτατη πολιτική συναίνεση», όπου οι διαφωνίες αφορούσαν μόνο τη μέθοδο για να επιτευχθούν στόχοι στους οποίους συμφωνούσαν οι πάντες, δεξιοί και αριστεροί. Έφτασε να γράψει πως ως τις 22 Ιουλίου «αντιλαμβανόμαστε τη χώρα μας σαν μια παρθένο, άθικτη από κοινωνικά δεινά».
Ο Γιαν Κιέρσταντ πήγε με τον ανταποκριτή του «ομπσέρβερ» στο «μπόλγκεν ε μουα» (ένα από τα καλύτερα εστιατόρια του Όσλο) και του έδειξε το τραπέζι στο οποίο κάθεται συχνά ο διάδοχος του θρόνου. Και μετά, σα σε σκηνή από μυθιστόρημα, η πόρτα άνοιξε και μπήκε στο εστιατόριο ο πρίγκιπας Χάακον Μάγκνους (Haakon Magnus) αυτοπροσώπως, που άρχισε να κουβεντιάζει με τονΚιέρσταντ, ενώ ο έκπληκτος Βρετανός ρεπόρτερ δεν πίστευε στα μάτια του!
Βρήκα μόνο ένα άρθρο που εναντιωνόταν στην πλατειά διαδεδομένη άποψη πως ο Μπρέιβικ είχε καταστρέψει τη Νορβηγία. Γράφοντας στην «γκάρντιαν» ήδη την Τρίτη 26 Ιουλίου, ο δημοσιογράφοςΣάιμον Τζένκινς (Simon Jenkins) σημείωνε πως «η νορβηγική τραγωδία είναι μόνο αυτό -μια τραγωδία. Δε σημαίνει τίποτα περισσότερο, και κανείς δεν πρέπει να την αναγκάσει να το κάνει... Όχι, ο 'Αντερς Μπρέιβικ δε μας λέει τίποτα για τη Νορβηγία, ούτε για την τρομοκρατία, ούτε για τον έλεγχο της οπλοκατοχής, την αστυνόμευση ή τις κατασκηνώσεις των κομματικών νεολαιών. Απλά είναι ένας τύπος πολύ άρρωστος».
Καλοδεχούμενες παρωπίδες
Αυτό που σόκαρε τον Τζένκινς ήταν η σπουδή ορισμένων να αποδώσουν πολιτικά συμφραζόμενα στο έγκλημα του Μπρέιβικ. Θεωρώντας πως οι επιθέσεις ήταν έργο ενός πνευματικά διαταραγμένου θύτη, εκτίμησε πως ο Ντέιβιντ Κάμερον (David Cameron) είχε κάνει λάθος όταν «ζήτησε "να ελεγχθεί η άκρα δεξιά", ή η άκρα οτιδήποτε».
Σήμερα οι διεθνείς ανταποκριτές επιστρέφουν στη Νορβηγία, για να περιγράψουν πώς θα χειριστεί το ντόπιο δικαστικό σύστημα τον άνθρωπο που κατέστρεψε τον παρθένο παράδεισό μας. Μερικοί εντωμεταξύ ίσως να διάβασαν Μάρτιν Σάντμπου (Martin Sandbu), το Νορβηγό οικονομικό συντάκτη που αρθρογραφεί στη συντηρητική ημερήσια οικονομική εφημερίδα «φαϊνάνσαιλ τάιμς». Δύο μέρες μετά την επίθεση στον Ουτόγια, είχε ήδη υπογραμμίσει πως «η Νορβηγία έχει χάσει την αθωότητά της εδώ και πολύ καιρό» και πρόσθετε πως η δήθεν ευλογημένη αποστασιοποίηση της Νορβηγίας από τις σκληρές πλευρές της παγκόσμιας πολιτικής δεν ήταν παρά οι «παρωπίδες» που είχαν κατασκευάσει οι Νορβηγοί πολιτικοί για να αποκρύψουν το γεγονός πως η Νορβηγία, ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ, είναι ένας από τους πλέον ακλόνητους συμμάχους των ΗΠΑ και πως μόνο ξένη δεν είναι με τη βία. Και συνέχιζε: «είναι π.χ. πλατιά διαδεδομένη η αντίληψη πως οι σκανδιναβικές χώρες είναι πιο ανεκτικές προς τη μετανάστευση από τα υπόλοιπα κράτη της βόρειας Ευρώπης. Αλλά μπορεί πάλι απλά οι κυβερνήσεις τους να είναι ικανότερες στο να υποκρύπτουν την ξενοφοβία τους». Κοντολογίς, αυτό που κατεστράφη την 22α Ιουλίου 2011 ίσως να μην ήταν ο παράδεισος, αλλά οι ψευδαισθήσεις που είχαμε δημιουργήσει για τους εαυτούς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου